- προσέχῃς
- προσέχωhold topres subj act 2nd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσεχής — next to masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεχής — ές, ΝΜΑ, και δωρ. τ. ποτεχής, Α [προσέχω] (σχετικά με τον χρόνο) ο αμέσως επόμενος (α. «το προσεχές έτος», β. «την προσεχή εβδομάδα» γ. «κατά την προσεχή σύνοδο») μσν. αρχ. αυτός που βρίσκεται πολύ κοντά σε κάποιον, κοντινός (α. «προσεχεῑς τῷ… … Dictionary of Greek
προσεχής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή, ο αμέσως μετά, ο κοντινός στο μέλλον, ο επόμενος: Το προσεχές έτος θα γίνουν εκλογές … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
προσεχῆ — προσεχής next to neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) προσεχής next to masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) προσεχής next to masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεχέστερον — προσεχής next to adverbial comp προσεχής next to masc acc comp sg προσεχής next to neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεχεστάτων — προσεχής next to fem gen superl pl προσεχής next to masc/neut gen superl pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεχεστέρων — προσεχής next to fem gen comp pl προσεχής next to masc/neut gen comp pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεχεῖ — προσεχής next to masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) προσεχής next to masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεχεῖς — προσεχής next to masc/fem acc pl προσεχής next to masc/fem nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεχέα — προσεχής next to neut nom/voc/acc pl (epic ionic) προσεχής next to masc/fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)